Η Προσφυγοπούλα ή au Clair de la Lune
της Αλεξάνδρας Ζερβού
Στο φως του μισοφέγγαρου,
ένα κορίτσι κοκαλιάρικο
με σκεπασμένο πρόσωπο
και παγωμένα χέρια
ροκανίζει σιωπηλά τα νύχια του
και γλείφει τις πληγές στα πέλματά του,
ντύνεται στα μενεξελιά
και βγαίνει στον περίβολο.
Γδύνεται το κορμί του
και ξεριζώνει
τα φαρμακωμένα σπλάχνα του
να τα πετάξει στο πηγάδι.
Τρέχει τριγύρω τρεις φορές κραυγάζοντας,
ιππεύοντας μια σκούπα της κουζίνας,
με γόους βαρβαρικούς
χορεύει κλαίγοντας
όποιον διψάσει και χαθεί.
Άδικος θρήνος!
Πια δεν έπινε κανείς.
Το ήξεραν πως το πηγάδι
ήταν μολυσμένο
και λίπαινε το δέντρο της αυλής.
Κι εκεί στο βάθος του
λυπόταν τους ανθρώπους.
Σχολιάστε