Περδικάκια

      Περδικάκια, της Μαρίας Μαρκαντωνάτου, ποιήματα, εκδ. Παρασκήνιο, 2025.

Απολαυστική αναγνωστική εμπειρία η τελευταία ποιητική συλλογή της  Μαρίας Μαρκαντωνάτου με τίτλο Περδικάκια, που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Η συλλογή, που είναι η ένατη που παρουσιάζει η ποιήτρια,  απαρτίζεται από τέσσερις ενότητες  (Καλάμια, Εις μνήμην, Περδικάκια, Παραϊστόρηση) εξωτερικά αυτόνομες, στην ουσία, όμως,  συνδεδεμένες στενά μεταξύ τους με ένα έντονα αυτοπροσωπογραφικό νήμα.

Με τη ματιά της Εύης Ζερβού Καλλιακούδη

Η ποιήτρια μας προτείνει ένα ποιητικό παιχνίδι με τον χώρο και τον χρόνο με ποικίλες λυρικές συντεταγμένες, που ξεκινούν από το νησί, την Κεφαλονιά,  σταματούν σε μνήμες, συναντώνται με απώλειες, πετούν στο άστυ, επιστρέφουν στο νησί. Ο καλαμιώνας, η αυλή «πλάι στο αγιόκλημα», τα χωράφια του θερισμού, το πηγάδι «μες στην αγκάλη του νερού», οι κυδωνιές «στο σώχωρο», οι αγροί με τα περδικάκια, η «παραλία με άμμο», αλλά και «αντίκρυ ο Υμηττός – ερωτικός κι εντάφιος»,  τόποι ζωής, μνήμης, στοχασμού και νόστου της ποιήτριας, περνούν με κινηματογραφικό ρυθμό μπροστά στα μάτια του αναγνώστη.

Ο χρόνος, απλωμένος, γραμμικός και κυκλικός μαζί, έχει έντονη κινητικότητα. Βρίσκεται σε μια διαρκή εναλλαγή στιγμής και διάρκειας. Τέρπεται ο αναγνώστης από τον ρέοντα χρόνο, που ξετυλίγεται σε όλες τις εποχές (Εαρινά, Τριανταφυλλιές του Μάη) και εξελίσσεται αδιάκοπα, ξεκινώντας από την παιδική ηλικία, τότε που

«.. όλοι καβάλα στα καλάμια μας

καλπάζαμε …», ηρωικοί καβαλάρηδες πάνω σε άλογα φανταστικά.

Η ποιήτρια συνεχίζει το αυτοπροσωπογραφικό οδοιπορικό στα χρόνια της εφηβείας, σε

« τάξη – παράγκα μετασεισμική», που

«στα νέφη – νέφη πάει στα νέφη περπατεί». Θυμάται Δασκάλους ξεχωριστούς και  εμπνευσμένους, αποτυπώνοντας, χρόνια μετά, εκείνη τη μοναδική ατμόσφαιρα στο μάθημα της Λογοτεχνίας, όταν

«… εύκαρπες ώρες με φιλόλογο ταγμένο

άγγιζε τη λογοτεχνία με ράβδο μαγική …».         

Ώριμη πια ηλικιακά η ποιήτρια, αναμιμνήσκεται πρόσωπα αγαπημένα και μετράει απώλειες:

«Να, κάτι τέτοια τη μνήμη πηρουνίζουν,

και πόνος με αρπάζει άγριος

να ξαναδώ το πρόσωπό σου

να το χαϊδέψω

να σε σφίξω πάνω μου

την άρμη να γευτώ του ιδρώτα σου

Πατέρα!».

Ωστόσο, ακόμη και η απώλεια των αγαπημένων της είναι συμφιλιωμένη με τη ζωή, καθώς κινητοποιεί θετικά, γλυκά και τρυφερά συναισθήματα. Δεν υπάρχει οργή ούτε αδιέξοδο πένθος. Η φθορά καλύπτεται από μια έντονη επιθυμία συναισθηματικών συναντήσεων.

Η ματιά της ποιήτριας είναι ενδοσκοπική, και, ταυτόχρονα, ανάλαφρη και το ποιητικό ύφος κινείται ανάμεσα στον λυρικό και στον στοχαστικό λόγο. Οι εικόνες ανοίγονται πολύχρωμες, υμνητικές και παιγνιώδεις.            Η ποίησή της στα Περδικάκια, όπως και στο σύνολο σχεδόν του ποιητικού της έργου, εστιάζει στη γοητεία του μικρού, του καθημερινού, του απλού, του ατομικού. Η Μ. Μαρκαντωνάτου, ωστόσο, το αναβαθμίζει, το μεταπλάθει και το μεταμορφώνει σε καθολικό και ουσιώδες, σαν να ακολουθεί αυθόρμητα και πηγαία το αχνάρι του ηλιοπότη ποιητή: «Αυτός ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!».

Στα περισσότερα ποιήματα της τελευταίας ενότητας με τίτλο Παραϊστόρηση η Μ. Μαρκαντωνάτου ανοίγεται σε άλλους ορίζοντες. Σκηνοθετεί φανταστικές συναντήσεις και σημαδιακές  συνομιλίες ανάμεσα σε προσωπικότητες του παρελθόντος, που, ίσως, δεν συναντήθηκαν ποτέ (λ.χ. δυο πρωτοπόροι, ο Νεύτων – ο ορθολογισμός και Σαπφώ – η ευαισθησία) στο Νεύτων και Σαπφώ. Η  σύνδεσή τους μοιάζει αληθινή. Φαίνεται καίρια και αποκαλυπτική.

Οι συναντήσεις προσωπικοτήτων, που κατά βάθος αντικατοπτρίζουν τις διασταυρώσεις των δικών της αναγνώσεων, γεφυρώνουν αντιθέσεις και οπτικές. Στο Ληξούρι των ποιητών, συγκατοικούν δυο συμπατριώτες σατιρικοί ποιητές, ο αιρετικός Λασκαράτος και ο στοχαστικός Άβλιχος, που έγραψαν και οι δυο «στίχους αψείς, πολύοσμους», όπως εμπνευσμένα γράφει η ποιήτρια, συμπυκνώνοντας την όποια πρόσληψηευνοϊκή ή την αρνητική πρόσληψη του έργου τους.

Και αλλού, στο Σχόλιο στον Ντοστογιέφσκι, η ζωή του ένθεου και αυτοβασανιζόμενου Ντοστογιέφσκι αντιπαρατίθεται με τη στάση ζωής του Σωκράτη. Η Μ. Μαρκαντωνάτου υποβάλλει σε σμίκρυνση μια έμμεση σύγκριση ανάμεσα στον μυστικισμό της ορθοδοξίας και την πλατωνική ηθική  του μέτρου και της αρμονίας.

Λέξεις, στίχοι και εικόνες της ποιητικής συλλογής αποτελούν κώδικες, σημεία και σημάνσεις, που ενεργοποιούν τον νοητικό και συναισθηματικό κόσμο του αναγνώστη. Η ποιήτρια, άλλοτε με φιλοσοφημένη γαλήνη και άλλοτε με ορμητικό ενθουσιασμό, ανεβάζει τον αναγνώστη στο «καλύτερο άλογο», τον κερνάει «κουκούτσες με όλα τους τα φύλλα», του δείχνει πώς «γλίστραγαν οι σπόροι/ Σαν τις σκιές/ τις μνήμες των νεκρών …», του αφηγείται την ιστορία της Μυριανθούλας, πλέκει μαζί του «το στεφάνι της ζωής», τον μυεί σε «μνήμες σεπτές», του δείχνει  παιδική «σφυριχτρούλα … από άγρια βρώμη» και ένα κυνηγημένο γατάκι, πλάθει κουλούρια με τα παιδιά, κόβει «λίγα περδικάκια» … Προσκαλεί τον αναγνώστη σε διαυγή συναισθήματα και γοητευτικά ανταμώματα.

Λεπτουργός της ποιητικής τέχνης, η Μ. Μαρκαντωνάτου αποτυπώνει το βίωμα ως τελετουργία, το συνδέει με βαθύ στοχασμό και το μοιράζεται απλόχερα με τον αναγνώστη. Και όσο η ποιήτρια αποκαλύπτεται, τόσο κλιμακώνεται η συναισθηματική συμμετοχή του δεκτικού αναγνώστη, ο οποίος φλερτάρει με τις εικόνες της, απολαμβάνει τον χορό των λέξεων,    προσλαμβάνει τα φωτεινά συναισθήματά της και ακολουθεί τους στοχασμούς της.      

Όλη η ποιητική συλλογή της Μ. Μαρκαντωνάτου εκπέμπει αρμονία και ωριμότητα, ισορροπεί κομψά ανάμεσα στη βεβαιότητα της κατακτημένης σοφίας και την απροσδόκητη δροσιά μιας αιώνιας εφηβικής ευαισθησίας.

Καλή ανάγνωση.

   Εύη Ζερβού Καλλιακούδη

Σχολιάστε

Δημιούργησε έναν Ιστότοπο ή Ιστολόγιο στο WordPress.com

ΠΑΝΩ ↑