Περδικάκια

Περδικάκια

της Μαρίας Μαρκαντωνάτου

            α. Ἐπαρκῆ καὶ ταπεινά

Φυτρώνουν ὅπου λάχει, ἰδίως σὲ λιθιὲς

ριζοτοιχώματα, κήπους παρατημένους·

δίοικα -τρέμουν οἱ ἀλλεργικοὶ τὴν περισσή τους

 γύρη, ἀνεμοσκορπισμένο σύννεφο·

ἐπαρκῆ καὶ ταπεινὰ

ἄχρηστα πές

σὰν τὰ ποιήματα.

                        *

«Κόψε καὶ λίγα περδικάκια»

μοῦ φώναζε ἡ μάνα

ὅταν σὰν ἀλλαχτὸ μεσημεριάτικα

τριγύριζα νὰ πιάσω τζίτζικες

«γιὰ τὴ φωλιὰ τῆς κλώσσας»

ἔσβηνε ἡ φωνή της.

Σήκωνε τὸ αὐγὸ στὸν ἥλιο

νὰ διακρίνει σπόρο κόκορα

κι ἀπίθωνε προσεχτικὰ ἕνα-ἕνα

στὸ φρέσκο περδικάκι -μαλακὴ στρωμνὴ

σὲ παλιὰ κόφα, τἀπικοιλιᾶς ριγμένη.

Ἡ εὐτυχὴς εγκυμονοῦσα

πάντα ἑτοιμοπόλεμη, τσίμπαγε

καὶ καμμιὰ κορφούλα κάθε τόσο.

Ἔτσι καὶ τὰ ποιήματα

πὲς ἄχρηστα. . .

Ὅμως κάθε ποὺ βλέπω περδικάκια

μοιράζομαι αὐτοστιγμεὶ κι ἐγὼ

γωνίτσα τῆς Παράδεισος.

 β.  Ἀτίμητο

            Ἔχει πολλὲς ὀνομασίες τὸ ζιζάνιο τοῦτο:

            ἀνεμογλέντι, ἀνεμοκλείδι, ἀνεμόχορτο,

            ἐπίλλυο

            περιαλλόκαυλον -θοῦ Κύριε,

            onopordon –λέξεις παρθένες, ἔνθεες

            διονυσιάζει, ἐμπνέει

            κι ὅ,τι ἐμπνέει πές το ἀτίμητο.

                        Δίοικα: φυτὰ ποὺ αὐτοεπικονιάζονται

                       ἀλλαχτό: ἀλλοπαρμένο, τερατάκι

                      τἀπικοιλιᾶς: ἐπιρρηματοποιημένο ἐμπρόθετο( ἐπὶ κοιλίας)

Σχολιάστε

Δημιούργησε έναν Ιστότοπο ή Ιστολόγιο στο WordPress.com

ΠΑΝΩ ↑