Ναυσικά
της Αλεξάνδρας Ζερβού
(Οδύσσειας ν153-187)
Μικρόψυχοι, μικρόμυαλοι θεοί!
Αυτός της θάλασσας,
αν και προστάτης μας,
μια μέρα θα μας τιμωρούσε,
σύμφωνα με τον μυστικό χρησμό.
Κι αυτό, γιατί
θεοσεβείς, πονετικοί,
στέλναμε γρήγορα τους ναυαγούς στα σπίτια τους,
μια κι είχαμε καράβια μαγικά
και τα καλύτερα πληρώματα στον κόσμο.
Αλλά και η άλλη, «της σοφίας» η θεά,
και να με ξεσηκώνει- ήμουν έφηβη-
μ’ όνειρα ερωτικά και τούλια νυφικά,
για να σωθεί ο ευνοούμενός της ,
μεσήλικας, παραμυθάς και κόλακας
και –συμφορά για μας- εχθρός του Ποσειδώνα,
που μου ‘λεγε πως μοιάζω με την Άρτεμη!
Ήταν κι αυτή κοντούλα σαν εμένα;
Να μην πιστεύετε τι λένε οι ποιητές!
Μας έλεγε πώς τύφλωσε τον γιο του θεού
και πώς κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο κι ήρθε πίσω!
Και τότε μόνο ο πατέρας το κατάλαβε
και πρότεινε να με παντρέψει με τον ξένο.
Δοκίμασε να τον κρατήσει στο νησί ,
μήπως γλυτώσουμε του καραβιού το πέτρωμα
κι αυτόν τον όγκο του βουνού που κύκλωσε
σαν βρόχος πνιγηρός την πολιτεία.
Μα δεν κρατώ κακία στον πατέρα μου:
τότε θυσίαζαν τις νεαρές βασιλοπούλες.
Πώς να ματαίωνε το νόστο του ταξιδευτή;
Τον αποφάσισε και το βασιλικό συμβούλιο,
τον επικύρωσε και η αγορά μας ,των Φαιάκων.
Η πόλη μας σεβόταν τότε τους θεσμούς
κι όλοι δεσμεύονταν με νόμους και κανόνες.
Όμως πενθώ γλυκά το πετρωμένο αγόρι μου.
Ήταν ναυτόπαιδο και γιος καραβοκύρη
κι ο έρωτάς μας, τόσο αγνός και μυστικός:
ήμουνα πάντα μου προσεχτική και μυαλωμένη .
Εδώ τουλάχιστον οι ποιητές δεν ψεύδονται!
Ο πίνακας είναι του Γιώργου Κόρδη (γενν. 1956) και ανήκει στη σειρά «Ομηρικές παραλίες».
Σχολιάστε