Όσα δεν έζησαν, Μ. Σκιαδαρέση, Πατάκης, 2018 (συλλογή διηγημάτων)
Τέσσερα διηγήματα, που ορίζονται από μια συμβολική χρονολογία και απλώνονται σε τέσσερις δεκαετίες, περιέχει το βιβλίο της Μ. Σκιαδαρέση Όσα δεν έζησαν, Πατάκης, 2018. Διαβάζουμε κείμενα καλοδουλεμένα που μας συνταράσσουν, μας ευαισθητοποιούν και μας αφυπνίζουν. Ακόμη κι όταν κλείσουμε το βιβλίο, οι άνθρωποι και οι τόποι παραμένουν εντός μας για μεγάλο διάστημα. Σύγχρονες ανθρώπινες ιστορίες μάς στοιχειώνουν.
Με τη ματιά της Εύης Ζερβού Καλλιακούδη
Η συγγραφέας στα διηγήματά της αποκαλύπτει χαρακτήρες, ανατέμνει συναισθήματα και σχέσεις, καθώς, με συγκίνηση και ακρίβεια, βγάζει στο φως ορατές και αθέατες πλευρές ημών και των άλλων. Σε κάποιες σελίδες καταλαβαίνουμε ότι κι εμείς, κατά μία έννοια, μπορούμε να γίνουμε «ξένοι», ενώ ο άλλος ενδέχεται να αποδειχτεί οικείος και δικός. Με το δικό της προσωπικό τρόπο, που αποπνέει αλήθεια και, τις περισσότερες φορές, σπαραγμό, η Μ. Σκιαδαρέση μιλάει για τον έρωτα, για τις μικρές και μεγάλες απώλειες και για το θάνατο, για τα ουσιώδη θέματα της ζωής μας.
Οι ήρωες του βιβλίου της, μετανάστες, πρόσφυγες, αλλά και αυτόχθονες, δεν κατάφεραν να ζήσουν τα όνειρά τους. Όνειρα που αφήνουν το ίχνος τους, όπως ένας έρωτας, όνειρα απλά, όπως ένα σπίτι με κήπο ή όνειρα που προσφέρουν καταφύγιο, ταυτότητα και ασφάλεια.
Η επιλογή χρονολογίας που σαν πυξίδα υπάρχει πάνω από τον τίτλο κάθε διηγήματος, έχω την αίσθηση ότι υπαινίσσεται ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο ή ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο της ιστορίας. Eπιδιώκεται με αυτόν τον τρόπο να κινητοποιηθούν, άραγε, συνειρμοί του ειδότα αναγνώστη; Προσωπικά, ένιωσα έντονα ότι η Λογοτεχνία, με τέσσερα μόνο ψηφία, αυτούς τους χρονικούς δείκτες στην αρχή κάθε διηγήματος, αποπειράται να πολεμήσει τη λήθη.
Συγκεκριμένα στο πρώτο διήγημα, Μια νύχτα ολόκληρη μαζί, για την εφιαλτική ιστορία του Κούρδου Κερίμ, που δραπέτευσε από την Τουρκία, ορίζεται χρονικά το 1984. Είναι η χρονιά που ξεκίνησαν παντός είδους διώξεις εις βάρος του Κουρδικού πληθυσμού.
Η φιλία της μουσουλμάνας Χαμιντέ, που από την Κομοτηνή ακουσίως βρίσκεται στην Ξάνθη, με τη χριστιανή Χρυσάνθη στο δεύτερο διήγημα, Όπως οι άπιστοι κι εμείς, είναι μια σχέση που υπερβαίνει προκαταλήψεις και στερεότυπα. Οι δυο γυναίκες, σε αυτό το πολυφωνικό κείμενο, επικοινωνούν με εμπιστοσύνη και συμπεριφέρονται με αμοιβαία αποδοχή. Η χρονολογία – πυξίδα, να έχει, άραγε, σχέση με την κατάργηση της διαχωριστικής «μπάρας» που έκοβε το νομό Ξάνθης στα δύο; Πρόκειται για το 1995. Στο διήγημα, γύρω από τις δυο γυναικείες μορφές εμπλέκονται άνθρωποι της νέας γενιάς με τα δικά τους σχέδια, τα προσωπικά τους όνειρα και τις απογοητεύσεις τους.
Στο τρίτο διήγημα, Όσα δεν έζησε, με πυρήνα τις δύσκολες οικογενειακές σχέσεις μιας ελληνικής οικογένειας, προβάλλεται η αποξένωση της μητέρας, μιας μεσοαστής γυναίκας πανεπιστημιακής μόρφωσης, από τον ίδιο τον εαυτό της. Είναι απομακρυσμένη από όνειρα, επιθυμίες, προκλήσεις, επιλογές, ελπίδες. Κι ας την λένε Ελπίδα. Ο Ιρανός αρχαιολόγος, ο Χέκματ, που αγωνίζεται να αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα, θα την ξεναγήσει στην Ακρόπολη. Ποιος από τους δύο είναι, τελικά, ο ξένος;
Σε αυτό το διήγημα δίνεται ο χρονικός προσδιορισμός 2006. Σκέφτομαι ότι τρία χρόνια αργότερα άνοιξε για το κοινό το Μουσείο της Ακρόπολης. Πολλοί οι συνειρμοί. Εκείνη τη χρονιά, το 2006, θυμάμαι ότι το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, κάνοντας μια συμβολική κίνηση, επέστρεψε θραύσμα από τη Β. ζωφόρο του Παρθενώνα. Ποιος ξέρει με ποιες ακόμη συντεταγμένες η συγγραφέας συνδέει το χρονικό στίγμα που επιλέγει.
Η οικογένεια των Σομαλών στο τελευταίο διήγημα Οι Μαύροι, μας γίνεται από την αρχή συμπαθής. Η γραφή της Μ. Σκιαδαρέση είναι βαθιά ανθρώπινη και ειλικρινής και επιδρά στην καρδιά του αναγνώστη. Ταράσσει τις ευαίσθητες χορδές και μας κάνει να επαναστατούμε με τη δυστοπική δεδομένη πραγματικότητα. Είναι εξαιρετικά μελετημένος συγγραφικά ο τρόπος που εξελίσσεται και καλλιεργείται η βαθιά συναισθηματική σχέση ανάμεσα στη δεκάχρονη πια Αμίνα και στη διακριτική ενενηντάχρονη κυρία Ζωή. Ο αναγνώστης με συγκίνηση απολαμβάνει ένα δυνατό λογοτεχνικό κείμενο. Το τέλος είναι απρόβλεπτο και οδυνηρό. Η χρονολογία 2017 στην αρχή του διηγήματος υπενθυμίζει τις πολυετείς, σχεδόν 30 χρόνων, εμφύλιες συρράξεις στη Σομαλία. Το 2017 ήταν μια χρονιά μικρής ανάσας για τη χώρα.
Συνθέτουν πολλούς κόσμους τα διηγήματα της Μ. Σκιαδαρέση: εκείνον που ζούμε, εκείνον που ονειρευόμαστε, εκείνον που θα μπορούσαμε να ζήσουμε. Πιστεύω ότι ο αναγνώστης που θα διαβάσει το Όσα δεν έζησαν θα αναζητήσει και τα υπόλοιπα βιβλία της συγγραφέως, βιβλία καλογραμμένα, που απευθύνονται σε παιδιά, εφήβους και μεγάλους.
Εύη Ζερβού Καλλιακούδη
Σχολιάστε